Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΩΝ

Η Ελληνική κοινωνία, τις τελευταίες δεκαετίες, έζησε βίαιες ανατροπές, ολόκληροι τομείς του ιδιωτικού τομέα συρρικνώθηκαν, χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν, η πραγματική ανεργία εκτοξεύθηκε σε υψηλά επίπεδα. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την εμμονή των ελλήνων πολιτικών να ελέγχουν τις δομές της σε βαθμό ασφυκτικό, οδήγησε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας στην περιθωριοποίηση και στον κοινωνικό αποκλεισμό. Πολλοί συμπολίτες μας, αναζήτησαν ως διέξοδο από αυτήν την αδιέξοδη κατάσταση, μία θέση στον Δημόσιο τομέα που θα τους εξασφάλιζε, ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Οι εργαζόμενοι αυτοί στην πλειοψηφία τους αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε αυτή τη λύση. Τους ανάγκασαν οι συνθήκες, όπως διαμορφώθηκαν σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες.

Έτσι σταδιακά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και κυρίως τη δεκαετία του 1990 χιλιάδες άνθρωποι απασχολήθηκαν και απασχολούνται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Οι άνθρωποι αυτοί, χρησιμοποιήθηκαν ως πιόνια από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες, για ψηφοθηρικούς και πολιτικούς λόγους. Ο αριθμός των εργαζόμενων που απασχολούνται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου κυμαίνεται εδώ και αρκετά χρόνια, περίπου στις 70.000 με 90.000. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις επιδίωξαν οι εργαζόμενοι αυτοί να έχουν τα ελάχιστα δικαιώματα ώστε να μην μπορούν να διεκδικήσουν την εργασιακή τους αποκατάσταση.

Κρίσιμο σημείο στην υπόθεση των συμβασιούχων ήταν η κοινοτική οδηγία του 1999 (1999/70), που ουσιαστικά, αναγνώριζε αυτονόητα δικαιώματα στους εργαζόμενους ορισμένου χρόνου. Με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 ο συνταγματικός νομοθέτης προσπάθησε με το άρθρο 103 του Συντάγματος να σταματήσει την πρακτική των μονιμοποιήσεων από το παράθυρο. Η απόπειρα αυτή απέτυχε. Και απέτυχε, διότι η συνταγματική επιταγή μιλάει για το αυτονόητο. Ότι οι πραγματικές συμβάσεις έκτακτου προσωπικού ορισμένου δεν μπορούν να μετατραπούν σε συμβάσεις αορίστου χρόνου. Το ίδιο είχε επιχειρηθεί και με το νόμο 2190/1994 τον περίφημο νόμο Πεπονή που υποτίθεται ότι και αυτός απαγόρευε τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου.

Όμως κανείς δεν απάντησε στο κρίσιμο ερώτημα. Τι υποκρύπτει μία συγκεκριμένη σύμβαση; Αν κάποιος εργάζεται 3,4 έως και 20 χρόνια με συμβάσεις, πως αυτές πρέπει να χαρακτηρίζονται; Είναι άτοπο να υποστηρίζεται, ότι ένας εργαζόμενος, που εργάζεται επί σειρά ετών στο ίδιο αντικείμενο και στην ίδια θέση να θεωρείται ότι καλύπτει έκτακτες ανάγκες. Ουσιαστικά υποκρύπτεται σχέση εργασίας αόριστου και όχι ορισμένου χρόνου. Είναι προφανές ότι υπάρχει ένα κρίσιμο νομικό ζήτημα, που δεν λύθηκε ούτε με τον 2190/94, ούτε με τη συνταγματική αναθεώρηση.
Στην συνέχεια, το 2003, η τότε κυβέρνηση με το προεδρικό διάταγμα 81/2003 επιχείρησε να επιλύσει το πρόβλημα. Απέτυχε οικτρά. Με τους περιορισμούς που έθετε το Π.Δ 81/2003 κάνεις εργαζόμενος δεν μπορούσε να αποκατασταθεί. Το 2004 ο τότε υπουργός Εσωτερικών σε μια προσπάθεια να επιλύσει το πρόβλημα και εν όψει καταδικαστικής απόφασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εισήγαγε στην ελληνική νομοθεσία το περίφημο πια Προεδρικό Διάταγμα 164/2004 που υποτίθεται ότι θα ενσωμάτωνε την κοινοτική οδηγία 1999/70 για τους εργαζόμενους ορισμένου χρόνου και θα έλυνε το πρόβλημα των συμβασιούχων οριστικά. Και αυτή η προσπάθεια απέτυχε. Οι περιορισμοί που εισήγαγε το Π.Δ 164/2004, 24μηνη μόνο προϋπηρεσία, τα χρονικά κενά μεταξύ των συμβάσεων δεν έλυσαν το κύριο θέμα. Σε ποια περίπτωση η σύμβαση ενός εργαζόμενου με σύμβαση ορισμένου χρόνου, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως αορίστου ή όχι.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με την απόφαση του το 2006 (C-212/04,) όπως αναμενόταν καταδίκασε την Ελλάδα. Ο Άρειος Πάγος με την απόφαση της Ολομελείας του (18/2006) θεώρησε, ότι ανεξαρτήτως συνταγματικής απαγόρευσης η φύση μίας εργασιακής σχέσης ανήκει στην δικαιοδοσία των δικαστηρίων που κρίνουν ανάλογα με την περίπτωση. Η απόφαση αυτή ουσιαστικά βασίστηκε στο νόμο 2112/1920 που προστατεύει τους εργαζόμενους ορισμένου χρόνου. Θα έλεγε κανείς ότι το θέμα επιτέλους είχε βρει το δρόμο του. Οι εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είχαν αποκτήσει το αυτονόητο δικαίωμα της δικαστικής προστασίας. Ύστερα όμως από πρωτοφανείς παρεμβάσεις, επιχειρήθηκε το βίαιο κλείσιμο του θέματος.

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου μέσα σε διάστημα 7 μόνο μηνών! ανακάλεσε την ομόφωνη απόφαση, που είχε λάβει τον Ιούνιο του 2006 και με νέα απόφαση τον Απρίλιο του 2007 (20/2007), ακυρώνοντας τον ίδιο της τον εαυτό, επιχείρησε να κλείσει το θέμα σε βάρος των εργαζόμενων ορισμένου χρόνου που ουσιαστικά έχασαν το δικαίωμα της δικαστικής προστασίας. Είχε προηγηθεί το 2006 η απαράδεκτη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που θεωρούσε τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων ανυπόστατες μία απόφαση άθλια, που στην ουσία παραβίαζε την ΕΣΔΑ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο δε τότε Υπουργός Εσωτερικών, υπερασπίστηκε αυτήν την απαράδεκτη απόφαση στη Βουλή των Ελλήνων. Η ιστορία κρίνει τον καθένα.

Στη συνέχεια, το θέμα των συμβασιούχων, που ύστερα από τόσες δήθεν τακτοποιήσεις ο αριθμός τους ανήλθε πάλι στις 80 με 100.000 παραπέμφθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Αυτό με την απόφαση του τον Απρίλιο του 2009 (378/09) έκρινε ότι τα δικαστήρια είναι αρμόδια να κρίνουν, αν μία σχέση εργασίας υποκρύπτει έκτακτες ή πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Ο Άρειος Πάγος αποφάσισε να επαναφέρει το θέμα στην Ολομέλεια του για τρίτη φορά σε τρία χρόνια.
Τον Φεβρουάριο και τον Μάιο του 2010, το Ελεγκτικό Συνέδριο με τις αποφάσεις 3 και 9 της Ολομέλειας του δικαίωσε τους συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, διότι έκρινε ότι με την προηγούμενη απόφαση του παραβιάζονταν τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι η διοίκηση ήταν υποχρεωμένη για το αυτονόητο να δέχεται τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Το θέμα της μη αποδοχής των αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων, είχε παραπεμφθεί στο Δικαστήριο των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η καταδίκη της Ελλάδας ήταν πολύ κοντά.

Το θέμα των συμβασιούχων θα κριθεί ξανά στις 20 Ιανουαρίου του 2011στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ύστερα από νέα αναβολή που δόθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2010. Το θέμα των συμβασιούχων είναι πολιτικό και νομικό. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, θέλησαν να κρατήσουν ομήρους με διάφορα προσχήματα χιλιάδες εργαζόμενους χρόνια ολόκληρα ώστε να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη.
Το ζήτημα είναι όμως και νομικό. Ουσιαστικά το δικαίωμα ενός εργαζόμενου να προσφεύγει στα δικαστήρια τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η υποτιθέμενη συνταγματική απαγόρευση και η υποκριτική επίκληση της, ακυρώνει ουσιαστικά κάθε δικαστική προστασία και παραβιάζει βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Τα Δικαστήρια, είναι υποχρεωμένα να εξετάσουν την πραγματική φύση μίας εργασιακής σχέσης. Αυτός είναι ο σκοπός τους.

Διαφορετικά, παραβιάζονται η Αρχή του Κράτους Δικαίου, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και συγκεκριμένα τα άρθρα 6,13,14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Είναι αυτονόητο ότι όλοι οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν την ίδια προστασία ενώπιον του νόμου. Διακρίσεις σε βάρος συγκεκριμένης κατηγορίας εργαζομένων για λόγους δήθεν Δημοσίου Συμφέροντος δεν νοείται στο νομικό πολιτισμό μας.
Η υπόθεση είναι απλή, το κράτος αυθαίρετα προσέλαβε κάποιους εργαζόμενους, τους εκμεταλλεύθηκε πολλά χρόνια τους είχε ομήρους, πρέπει να τιμωρηθεί γι αυτό. Αν τα Δικαστήρια είχαν εδώ και χρόνια τιμωρήσει την κρατική αυθαιρεσία που είναι προφανής, το θέμα θα είχε λυθεί . Κανένας πολιτικός, δεν θα τολμούσε να προσλαμβάνει 80 με 100.000 άτομα με συμβάσεις, γιατί θα γνώριζε ότι θα πληρώσει βαρύ τίμημα, που στην περίπτωση μας, είναι η εργασιακή αποκατάσταση εργαζόμενων, που δουλεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα που αγγίζει μερικές φορές τα 20-25 έτη .

Στον Άρειο Πάγο στις 20 Ιανουαρίου θα κριθεί το αυτονόητο δικαίωμα κάθε εργαζόμενου να έχει ουσιαστική δικαστική προστασία. Ελπίζω και εύχομαι ότι οι έλληνες δικαστές θα κρίνουν το ουσιαστικό πρόβλημα και θα δικαιώσουν τους εργαζόμενους αυτούς που επί πολλά έτη είναι όμηροι, δέσμιοι της θέλησης του εργοδότη τους και που πολλές φορές βρέθηκαν ουσιαστικά, χωρίς στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα, που για όλους τους εργαζόμενους θεωρούνται αυτονόητα.


πηγή www.e-kalesma.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.